Γερμανία 2021: νέος καγκελάριος ή νέες εκλογές;
Προσλαμβάνοντας μια εικόνα εκείνου που αναφέρεται ως «γενική θέληση» μετεκλογικά στη Γερμανία, διαγιγνώσκει κανείς μια ισχυρή σύγκλιση στη βάση όλων σχεδόν των κομμάτων για μια «νέα αρχή».
Αυτό το γνωρίζουν καλύτερα όλων οι κομματικές ηγεσίες, οι ίδιες ερμηνεύουν όμως αυτή τη σύγκλιση κατά το δοκούν. Ακόμη και οι καταποντισθέντες Χριστιανοδημοκράτες επιχειρούν να προβάλουν ως νέα αρχή μια συγκυβέρνηση με τους Φιλελεύθερους, συγγενή τους χώρο, και με τους Πράσινους με τους οποίους κανενός είδους συγγένεια δεν υφίσταται.
Ο υποψήφιος της Ενωσης των δύο χριστιανικών κομμάτων Αρμιν Λάσετ συνεχίζει μάλιστα να βλέπει την κυβερνητική εκδοχή μιας «Τζαμάικας» (μαύρου κίτρινου, πράσινου) ως την πλέον εφικτή και ως «νέα» συνάμα πολιτική σύμπραξη.
Το κόμμα του οποίου προεδρεύει, η CDU (Χριστιανοδημοκρατική Ενωση), δεν συσπειρώνεται πίσω του, χωρίς όμως να διαχωρίζει τη θέση του από τον υποψήφιό του.
Αντίθετα οι Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές της CSU θεωρούν a priori ατελέσφορο το εγχείρημα του Λάσετ τηρώντας στάση αναμονής. Παραμένουν άκρως φειδωλοί ως προς δηλώσεις και σχόλια επί των εξελίξεων.
Ασφαλώς κάτι άλλο θα έχουν κατά νου, χωρίς φυσικά να αναγνωρίζουν τη θεμιτή αξίωση των Σοσιαλδημοκρατών να ηγηθούν της νέας γερμανικής κυβέρνησης.
Οι διάφοροι σοσιαλδημοκράτες βαθμοφόροι μέσα στο οιονεί αναγεννημένο SPD, που ανήλθε απότομα εισπράττοντας εκλογικά την ανεπάρκεια των άλλων, στηρίζουν ανεπιφύλακτα τον Ολαφ Σολτς στον αγώνα του για την καγκελαρία.
Aξιώνοντας σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο, εκείνον που εξήλθε «νικητής μέσα από τις κάλπες», τονίζουν κυρίως το γεγονός ότι οι Γερμανοί αποδοκίμασαν τη Δεξιά στις 26 Σεπτεμβρίου.
Η στρατηγική του Σολτς φάνηκε αποτελεσματική προεκλογικά, όμως τώρα μένει να φανεί κατά πόσον θα είναι ικανός να θέσει υπ’ αυτόν δύο ετερόκλητα σχήματα, Πράσινους και Φιλελεύθερους, που επιδιώκουν να μετάσχουν σε μια νέα κυβέρνηση βάσει δικών τους κριτηρίων.
Μια πιθανή συγκυβέρνηση «των φαναριών» (κόκκινο, πράσινο, κίτρινο) συνιστά ρεαλιστικά την πλέον βιώσιμη εκδοχή, αλλά τα πράγματα δεν ορίζονται αριθμητικά ούτε μόνο μέσα από συμβιβαστικές συγκλίσεις.
Δεν συνιστά άλλωστε μόνο θέμα συμβιβασμών μια συμφωνία για συγκυβέρνηση, αλλά και ζήτημα νομής της εξουσίας μεταξύ δυνάμεων με εντελώς διαφορετικό κοινωνικό υπόβαθρο και ανάλογο ιδεολογικο-πολιτικό προσανατολισμό.
Στην κομματική γεωγραφία που προέκυψε από τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου κάθε μορφή συγκυβέρνησης προϋποθέτει συμμετοχή των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων.
Με τις 210 έδρες που διαθέτουν στο νέο (20ό) Μπούντεσταγκ, ήτοι πέραν του 1/4 επί του συνόλου, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα είναι καταδικασμένα σε μια συγκυβέρνηση μαζί τους.
Γνωρίζοντας τους ρόλους-κλειδιά που κατέχουν, οι ηγεσίες των Φιλελευθέρων και των Πρασίνων έχουν φαίνεται συμφωνήσει σε ορισμένα βασικά σημεία αναφορικά με τη συμμετοχή τους σε μια κυβέρνηση υπό τον σοσιαλδημοκράτη ή τον χριστιανοδημοκράτη καγκελάριο.
Λεπτομέρειες της συμφωνίας των δύο δεν διέρρευσαν, εκτιμάται όμως πως επέλεξαν τα υπουργεία που θα αξιώσουν όταν αποφασιστεί το σχήμα της νέας κυβέρνησης. Ενα εξ αυτών, που αμφότεροι διεκδικούν, είναι εκείνο που κατέχει ο Ολαφ Σολτς, το υπουργείο Οικονομικών.
Aντίθετα με τους Φιλελεύθερους που θα στήριζαν άνετα μια κυβέρνηση με χριστιανοδημοκράτη καγκελάριο, οι Πράσινοι συγγενεύουν μεν με το SPD, αλλά εξετάζουν και τους όρους πιθανής συμμετοχής τους σε κυβέρνηση μ’ έναν δεξιό καγκελάριο.
Μολονότι στο πρόσφατο «μικρό» συνέδριό τους απορρίφθηκε πανηγυρικά η επιλογή μιας «Τζαμάικας», κορυφαία στελέχη τους δηλώνουν με νόημα πως δεν έχει αποκλειστεί οριστικά το ενδεχόμενο συνεργασίας με τα δύο χριστιανικά κόμματα.
Οι σοσιαλδημοκράτες βεβαίως γνωρίζουν πως τελικά οι Πράσινοι θα κλίνουν αναγκαστικά προς αυτούς, αλλά το πρόβλημα συνύπαρξής τους με τους Φιλελευθέρους στην ίδια κυβέρνηση δεν θα έχει αντιμετωπιστεί.
Εν όψει όλων αυτών των πιθανών και απίθανων σεναρίων υπάρχει ακόμη μία απρόβλεπτη εναλλακτική, εκείνη της προκήρυξης νέων εκλογών κατά τον χειμώνα, εφόσον δεν θα έχει καταστεί εφικτή η συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων με Πράσινους και Φιλελεύθερους.
Την πρωτοβουλία εν προκειμένω θα έχει ο Σολτς, αφού θα έχει αποκλειστεί και το σενάριο ακόμη ενός «μεγάλου συνασπισμού» υπό τον ίδιο ασφαλώς.
Ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος θα επιρρίψει τις ευθύνες στα κόμματα των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων για την αποτυχία των διαπραγματεύσεων και θα ζητήσει την «ψήφο του λαού» για να αυξήσει τα ποσοστά του κόμματός του.
Τότε θα έχει εδραιώσει τη θέση του ως ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών και θα μπορεί να ομιλεί από θέση ισχύος. Οπότε ενδέχεται να χρειάζεται τη συνεργασία με το ένα μόνο από τα δύο αυτά κόμματα.
Οσο κι αν ηχεί παράδοξα τούτο, το ενδεχόμενο νέων εκλογών στη Γερμανία θα αποτελούσε «δώρο εξ ουρανού» για τον Βαυαρό πρωθυπουργό και πρόεδρο των Χριστιανοκοινωνιστών, Μάρκους Ζέντερ, που κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ένας δύσκολος αντίπαλος για τον Ολαφ Σολτς.
Ανεξάρτητα δε της πορείας που θα λάβουν προσεχώς οι εξελίξεις στο πεδίο των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, ο νέος καγκελάριος δεν θα έχει ορκιστεί προ των Χριστουγέννων.
Ως τότε θα κυβερνά -υπηρεσιακά- η Ανγκελα Μέρκελ και ουδείς γνωρίζει για πόσο καιρό ακόμα θα αναμένει να παραδώσει το αξίωμα στον νέο καγκελάριο.
Γιάννης Τζώρτζης δημοσιογράφος | www.efsyn.gr
Μην μαθαίνεις τα νέα από τη Γερμανία τελευταίος!
Κάνε Like στη σελίδα μας στο Facebook και ενημερώσου πρώτος για όλες τις τελευταίες εξελίξεις. Έγκαιρη, έγκυρη και ανεξάρτητη ενημέρωση. Όλες οι τελευταίες Ειδήσεις από τη Γερμανία, την Ελλάδα και τον κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.